Ο Τράμπ και οι λαϊκιστες

τραμπ

Ο Τραμπ αξιοποιεί κάθε διαθέσιμο μοχλό για να διασπάσει την Ε.Ε. και να διαπραγματευθεί με κάθε μέλος της ξεχωριστά. Παρά την επίφαση ενότητας, οι Ευρωπαίοι εμφανίζουν έντονες διχογνωμίες. Οι Γάλλοι πιέζουν για αποφασιστική στάση, αλλά οι Γερμανοί, που έχουν το συμβιβασμό, όπως κατέστησε σαφές ο υπουργός Οικονομικών Υποθέσεων Πέτερ Αλτμάιερ. Στο μεταξύ, οι προσπάθειες των Ευρωπαίων να διασώσουν τη συμφωνία με το Ιράν, φαίνεται να καρκινοβατούν. Ηδη, όχι μόνο ξεχωριστές εταιρείες, όπως η Peugeot και η Citroen, αλλά και η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, αρνούνται να κάνουν δουλειές με την Τεχεράνη, υπό τον φόβο των αμερικανικών κυρώσεων.

Ο Στιβ Μπάνον, πρώην σύμβουλος του Τραμπ, με συνέντευξή του στη La Repubblica, χαιρέτισε το σχηματισμό κυβέρνησης από την ακροδεξιά Λέγκα και το λαϊκιστικό Κίνημα 5 Αστέρων στην Ιταλία, κομπάζοντας ότι ο ίδιος έπαιξε ρόλο στο «συνοικέσιο». Στην ίδια συνέντευξη εκτίμησε, ότι «σύντομα θα έχουμε μια συνομοσπονδία ελεύθερων κρατών στη θέση της σημερινής Ε.Ε.».

 

Η διάρρηξη της παγκοσμιοποίησης και της Ε.Ε. από μια «Διεθνή των εθνικιστών», ήταν πάντα η βασική στρατηγική ιδέα του Μπάνον. Τον Μάρτιο πραγματοποίησε ευρωπαϊκή περιοδεία και συναντήθηκε με τις ηγεσίες του γαλλικού Εθνικού Συναγερμού (πρώην Εθνικού Μετώπου), της ιταλικής Λέγκας, της γερμανικής AfD και του ουγγρικού Fidesz. «Είμαστε μέρη ενός παγκοσμίου κινήματος που υπερβαίνει την Γαλλία, την Ιταλία ή την Ουγγαρία. Η Ιστορία είναι μαζί μας», διακήρυξε στο Παρίσι.

 

Στους δεξιούς εθνικιστές ο Τραμπ βλέπει απλά άλλον ένα μοχλό πολιτικής διάσπασης της Ευρώπης. Ωστόσο, το μαχαίρι είναι δίκοπο. Τα περισσότερα κόμματα αυτού του είδους τρέφουν μεγαλύτερη εκτίμηση για τον Πούτιν, παρά για τον Τραμπ. Εξάλλου, ο εμπορικός και πολιτικός «πόλεμος» των ΗΠΑ δίνει την ευκαιρία στην Ρωσία να εμφανιστεί ως αξιόπιστος εταίρος των Ευρωπαίων τη στιγμή της δοκιμασίας τους, κάτι που αξιοποίησε περίτεχνα ο Βλαντιμίρ Πούτιν κατά την πρόσφατη επίσκεψή του στην Αυστρία. Το γεγονός ότι ο νέος πρωθυπουργός της Ιταλίας Τζουζέπε Κόντε, όπως και ο Ντόναλντ Τραμπ, τάχθηκαν υπέρ της επιστροφής της Ρωσίας στο G7, αποτελεί πρόσθετη –και άκοπη– διπλωματική επιτυχία του Κρεμλίνου.